ΕΛΛΗΝΕΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΣΚΟΠΕΥΤΕΣ, ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ, ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΕΧΝΗ,

Αναζήτηση

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Μάνλιχερ


Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Steyr Mannlicher-Schönauer
M1903tf2.jpg

Mannlicher-Schönauer
Περιγραφή
Τύπος Τυφέκιον, Αραβίδα
Προέλευση Αυστρο-Ουγγαρία
Υπηρεσιακή ιστορία
Υπηρεσία 1907-1941
Χρήστες Ελλάδα, Αυστρο-Ουγγαρία
Πόλεμοι Α΄,Β΄Βαλκανικός, Ελληνοτουρκικός (1919-1922), Α΄,Β΄Π.Π.
Ιστορία παραγωγής
Σχεδιαστής Otto Schönauer και Ferdinand Mannlicher
Χρονολογία σχεδίασης 1903
Κατασκευαστής Steyr
Χρονολογία παραγωγής 1907
Ποσότητα ~350.000
Κόστος μονάδας -
Εκδόσεις M1903/14, Μ1903/14/27, Μ1903/14/30
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Διαμέτρημα 6,55 mm
Βάρος 3,83 kg
Μήκος 1.226 mm
Μήκος κάνης 725 mm
Χαρακτηριστικά λειτουργίας
Λειτουργία Επαναληπτικό κινητού ουραίου
Φυσίγγια 6.5 mm × 54 Mannlicher-Schönauer
Ταχυβολία 10-15 βολές/λεπτό
Ταχύτητα εξόδου βλήματος 678 m/s
Βεληνεκές -
Μέγιστο βεληνεκές -
Αναχορηγία Εσωτερική, περιστροφική αποθήκη πυρομαχικών για συνδετήρα 5 φυσιγγίων
Κλισιοσκόπιο Κινητός πίνακας κλιμάκωσης 200-2.000 m
Τυφέκιο Μ1903 και φυσιγγιοθήκες του Ε.Σ.
Αραβίδα M1903/14. Διακρίνονται, το κινητό ουραίο και το κλισιοσκόπειο.
Mannlicher-Schoenauer 1903 drawing.gif

Το Mannlicher-Schönauer (Μάνλιχερ-Σενάουερ) υπήρξε ένας τύπος επαναληπτικού τυφεκίου, με περιστροφικό γεμιστήρα, που παρήχθη από τη Steyer-Mannlicher για τον Ελληνικό Στρατό και αργότερα χρησιμοποιήθηκε και από το στρατό της Αυστρο-Ουγγαρίας.


Πίνακας περιεχομένων


Ιστορία

Στα τέλη του 19ου αιώνα τα σχέδια τυφεκίων Μάνλιχερ του Αυστρο-Ουγγρικού στρατού χρησιμοποιούσαν την αρχή του κινητού ουραίου «ευθείας έλξης», που βασίζονταν σε παρωχημένα φυσίγγια μεγάλου διαμετρήματος. Γύρω στα 1900, το εργοστάσιο Στάγερ (Steyr) άρχισε να αναπτύσσει νέα σχέδια, με σύγχρονα, πιο αποτελεσματικά πυρομαχικά, κυρίως για εξαγωγές.

Το πλέον επιτυχημένο από αυτά τα πειραματικά τυφέκια ήταν το Ελληνικό Mannlicher-Schönauer M1903 των 6,5 mm. Το χαρακτηριστικό κινητό ουραίο ευθείας έλξης καταργήθηκε προς χάριν ενός πιο κλασσικού στρεφόμενου ουραίου, όπως εκείνα των σχεδίων Μάουζερ (Mauser). Αντιγράφοντας τη μέθοδο Mauser, αρκούσε να σηκωθεί και να ξανακατέβει το κινητό ουραίο για να οπλιστεί ο επικρουστήρας. Η αρχή λειτουργίας είχε σχεδιαστεί από το διάσημο Αυστριακό οπλουργό Φέρντιναντ Μάνλιχερ (Ferdinand Mannlicher), εφευρέτη του γεμιστήρα και δημιουργού πολλών τύπων τυφεκίων που χρησιμοποιήθηκαν επί δεκαετίες από τους στρατούς πολλών κρατών σε μεγάλους αριθμούς. Η πρωτότυπη, περιστροφική αποθήκη πυρομαχικών σχεδιάστηκε από τον Ότο Σέναουερ (Otto Schönauer), διευθυντή τότε της Österreichische Waffenfabriksgesellschaft (Αυστριακής οπλοβιομηχανίας), της σημερινής Steyr Mannlicher. Το κοίλο κάννης έφερε 4 αυλάκια με στροφή από αριστερά προς τα δεξιά, με βάθος 0,15 mm και βήμα (συμπλήρωση στροφής) μήκους 200 mm. H περιστροφική αποθήκη πυρομαχικών προορίζονταν να δώσει λύσεις σε προβλήματα εισαγωγής γεμιστήρα που παρουσίαζαν τότε τα φυσίγγια με προεξέχοντα χείλη βάσεως κάλυκα. Το επιτυχημένο σχέδιο Σενάουερ που χρησιμοποιήθηκε από το Ελληνικό τυφέκιο προσέφερε πράγματι ασφαλέστερη γόμωση αλλά το φυσίγγιο που επέλεξε ο Ελληνικός στρατός δεν διέθετε προεξέχοντα χείλη, έτσι που ο περίπλοκος περιστροφικός μηχανισμός δεν προσέφερε ουσιαστικά οφέλη στην προκειμένη περίπτωση.

Ο περιστροφικός μηχανισμός της αποθήκης πυρομαχικών Σενάουερ που θεωρήθηκε ευπαθής για στρατιωτική χρήση από τις περισσότερες χώρες στις αρχές του αιώνα, δεν παρουσίασε ιδιαίτερα προβλήματα και η απαλή λειτουργία του κομψού και ελαφρού Ελληνικού όπλου συμπληρωνόταν από διάφορες καινοτομίες και πρωτοποριακά εξαρτήματα, που του έδιναν κάποιο προβάδισμα σε σχέση με άλλα πιο διαδεδομένα όπλα. Το Ελληνικό Μάνλιχερ διέθετε επιπρόσθετα μέτρα ασφάλειας και αξιοπιστίας, προερχόμενα από τις υψηλές απαιτήσεις των αγοραστών της κυνηγετικής έκδοσης που τότε θεωρούνταν το «όπλο ενός τζέντλεμαν» και τα οποία δεν είχαν προλάβει να συμπεριληφθούν π.χ. στα διάσημα Γερμανικά Mauser που όπλιζαν τους περισσότερους στρατούς της εποχής. Από αυτή την άποψη, η καθυστερημένη αγορά όπλων νέας γενεάς από την Ελλάδα αποδείχθηκε προνομιακή.

Η Ελλάς θέσπισε τα τυφέκια και τις αραβίδες Μάνλιχερ-Σενάουερ σαν πρωτεύοντα όπλα του στρατού στα 1904. Το πρώτο συμβόλαιο για 60.000 τεμάχια με την κατασκευάστρια εταιρία υπογράφηκε στα τέλη του 1905. Στα 1907 άρχισαν οι πρώτες παραλαβές. Μέχρι το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, το Φθινόπωρο του 1912 ο Ελληνικός Στρατός είχε παραλάβει συνολικά 130.000 τυφέκια και αραβίδες, καθώς και 100 εκατομμύρια φυσίγγια κατασκευασμένα τόσο στην Αυστρο-Ουγγαρία, όσο και στην Ελλάδα από το ΕΠΚ. Το Μάνλιχερ αποτέλεσε το βασικό όπλο των Ελλήνων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13.

Στα 1914, όταν η εισαγωγή όπλων από την Αυστρο-Ουγγαρία διεκόπη απότομα, η ουδέτερη Ελλάδα διέθετε στο οπλοστάσιό της 190.069 τυφέκια και αραβίδες Μάνλιχερ Σενάουερ Μ1903 και Μ1903/14, ενώ το υπόλοιπο της παραγωγής της εμπόλεμης Αυστρίας διοχετεύτηκε στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας. Μέρος εξ αυτών δόθηκε μετά τον πόλεμο στην Ελλάδα από τους συμμάχους. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, στα 1922, το σύνολο των όπλων που είχε απομείνει σε Ελληνικά χέρια έφτανε μόλις τα 96.000 τυφέκια και τις 8.650 αραβίδες, όλα όπλα φθαρμένα, χρήζοντα επισκευών και με παντελή έλλειψη ανταλλακτικών. Η Ιταλία μετά τον πόλεμο είχε παραλάβει ποσότητες πολεμικού υλικού από την Αυστρία ως μέρος των πολεμικών της αποζημιώσεων και άφθονα εξαρτήματα και υλικά Ελληνικών όπλων καθώς και μηχανές παραγωγής πέρασαν στα χέρια της Ιταλικής βιομηχανίας Societa Industria Ernesto Breda. Στα 1925, με την Αυστρία προσωρινά να αδυνατεί να παράγει όπλα λόγω των περιοριστικών όρων της συνθηκολόγησης, η Ελλάδα παρήγγειλε 100.000 νέα τυφέκια στην Ιταλική εταιρία, με κάποιες τροποποιήσεις σε σχέση με τα παλαιότερα όπλα και έτσι δημιουργήθηκε το υπόδειγμα Μ1903/14/27, που άρχισε να παραλαμβάνεται στα 1927 από τον Ελληνικό στρατό. Μια τελευταία παραγγελία έγινε προς την Αυστριακή Steyr Werke AG (SWAG) στα [[1930]), για 25.000 αραβίδες Μ1903/14/30, οπότε και ολοκληρώθηκε η παραγωγή του όπλου. Συνολικά η Ελλάδα παρέλαβε περίπου 320.000 όπλα Μάνλιχερ Σενάουερ όλων των τύπων, εκ των οποίων λιγότερα από 230.000 απέμεναν πλέον στο Ελληνικό οπλοστάσιο, κατά τις παραμονές του πολέμου με την Ιταλία.

Το Μάνλιχερ αποτέλεσε το κύριο όπλο του Ελληνικού Στρατού σχεδόν για όλο το πρώτο μισό του 20ου αιώνα και οπωσδήποτε το βασικότερο σύντροφο του Έλληνα στρατιώτη σ τις πλέον σημαντικές πολεμικές περιπέτειες που γνώρισε η χώρα στη σύγχρονη ιστορία της. Κατά τις περιόδους 1912-1922 και 1940-1949, η Ελλάδα βρισκόταν σχεδόν ακατάπαυστα σε κατάσταση πολέμου και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο το τουφέκι αυτό χρησιμοποιήθηκε εντατικά στην εκστρατεία της Ανατολικής Θράκης, την εκστρατεία της Ουκρανίας, τη Μικρασιατική Εκστρατεία, αλλά και εναντίον των Ιταλών και Γερμανών κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τη συνθηκολόγιση του Ελληνικού στρατού, δεν ήταν λίγοι οι στρατιώτες που, επιστρέφοντας στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, πήραν μαζί τους τα όπλα τους, έτσι πολλά πέρασαν στα χέρια της Εθνικής Αντίστασης προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες, και αργότερα χρησιμοποιήθηκαν και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές στον Ελληνικό Εμφύλιο.

Στα 1950, αποσυρθέντα αποθέματα του Ελληνικού στρατού πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, πολλά μετατράπηκαν σε όπλα κυνηγίου και κάποια κυκλοφορούν ακόμα στη διεθνή αγορά για ιδιωτική χρήση, από συλλέκτες και σκοπευτές. Η χρήση των Ελληνικών πυρομαχικών στο κυνήγι σήμερα δεν επιτρέπεται πλέον, αλλά τεράστιες ποσότητες μιας ευρείας ποικιλίας κυνηγετικών εκδόσεων σε άλλα διαμετρήματα συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σε όλο τον κόσμο.

Στα 1903 εμφανίστηκε και μια ιδιωτικής χρήσης, κυνηγετική εκδοχή του όπλου, που έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής παγκοσμίως στο κυνήγι μεγάλων θηραμάτων. Η χρήση μιας μακριάς, βαριάς βολίδας μικρού διαμετρήματος εξασφάλιζε τρομερή διατρητική ισχύ στο Μάνλιχερ, που μπορούσε έτσι να εξασφαλίζει φονικά πλήγματα επί ογκωδών ζώων με μεγάλη μυϊκή μάζα και χοντρά κόκαλα, που άλλα «ισχυρότερα» όπλα δεν μπορούσαν να εγγυηθούν. Η δε χαμηλή ανάκρουση του χαμηλής κινητικής ενέργειας φυσιγγίου, καθιστούσε το όπλο ευχάριστο και ξεκούραστο στη χρήση, ενώ έκανε και ευκολότερη την εκτέλεση βολών ακριβείας. Η θρυλική κυνηγετική έκδοση κυκλοφόρησε σε πληθώρα διαμετρημάτων για διάφορα φυσίγγια και διάσημοι κυνηγοί, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ μεταξύ άλλων, κυριολεκτικά το εξύμνησαν για την αποτελεσματικότητά του.


Βελτιώσεις

Ξιφολόγχη M1903.
Κινητό ουραίο αραβίδας M1903/14. Διακρίνεται το κομβίο απελευθέρωσης φυσιγγίων του γεμιστήρα.
Κλισιοσκόπιο αραβίδας M1903/14.

Δύο βελτιώσεις Ελληνικής σχεδίασης του όπλου προτάθηκαν χωρίς ποτέ να υλοποιηθούν. Το σχέδιο «Φιλιππίδη» άργησε να κατατεθεί στην Ιταλική εταιρία Breda που ανέλαβε την κατασκευή μιας συμπληρωματικής ποσότητας όπλων για τον Ελληνικό στρατό στα 1925. Η δεύτερη βελτίωση σχεδιάστηκε από τον Υπολοχαγό του Ελληνικού στρατού Ρ. Ριγόπουλο, κατά τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Περιελάμβανε ριζικές αλλαγές, με τροποποιημένα ή και επανασχεδιασμένα εξαρτήματα, που αύξαναν δραματικά τις δυνατότητες του όπλου. Το νέο σχέδιο εγκρίθηκε από την Ελληνική στρατιωτική ηγεσία αλλά ο πόλεμος εμπόδισε την υλοποίησή του.

Αραβίδα M1903/14 και ξιφολόγχη Μάνλιχερ
Αραβίδα M1903/14 στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης


(Υπόθεση του αρθρογράφου:

Στη δεκαετία του ’30, παρά τα διδάγματα της πολεμικής εμπειρίας που ήθελε τους οπλίτες να μη χρησιμοποιούν γενικά τα τυφέκιά τους σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 400-500 μέτρων, χώρες που είχαν πορευθεί επί μισό αιώνα με όπλα μικρού διαμετρήματος, όπως η Ιταλία και η Ιαπωνία, είχαν αποφασίσει να συνταχθούν με τις αμετανόητες χώρες που επέμεναν σε ισχυρότερα πυρομαχικά, μεγαλύτερης κινητικής ενέργειας και μεγαλύτερου διαμετρήματος. Η Ελλάδα την περίοδο εκείνη είχε μπει στην ίδια διαδικασία και βρισκόταν εν μέσω προγράμματος επανεξοπλισμού, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, διακόπτοντας το πρόγραμμα αυτό. Θέλοντας να μεταπηδήσει στο «Γερμανικό» διαμέτρημα των 7,92 mm, που θεωρούνταν πρότυπο για τους στρατούς όλου του κόσμου την εποχή εκείνη, ο Ελληνικός Στρατός είχε αρχίσει να εισαγάγει ανάλογα όπλα και οι τροποποιήσεις του σχεδίου «Ριγόπουλου» -επιφυλακτικά εικάζουμε πως- ίσως να προέβλεπαν και την αλλαγή διαμετρήματος. Αν αληθεύει αυτό, η μετατροπή θα οδηγούσε σε ένα Μάνλιχερ με πιο δυσάρεστη ανάκρουση και κουραστικότερη χρήση).

Τυφέκιον M1903 στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

Άλλα Ελληνικά Όπλα

Πηγές

  • Χρήστου Ζ. Σαζανίδη, Τα Όπλα των Ελλήνων, Εκδόσεις Μαίανδρος
  • Military Small Arms of the 20th century, by Ian V. Hogg and John Weeks, ISBN 0-85368-456-1


Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πολυβόλο ΕΠΚ

Το πολυβόλο της Εταιρίας Ελληνικού Πυριτιδοποιείου Καλυκοποιείου (ΕΕΠΚ ή ΕΠΚ), σημερινής ΠΥΡΚΑΛ, αποτέλεσε ένα πρωτοποριακό για την εποχή του όπλο, που ωστόσο έμεινε άγνωστο, λόγω των συγκυριών που εμπόδισαν την παραγωγή του.

ΕΠΚ Πολυβόλο
EPK.jpg

Πολυβόλο
Περιγραφή
Τύπος ΕΠΚ
Προέλευση Ελλάδα
Υπηρεσιακή ιστορία
Υπηρεσία -
Χρήστες -
Πόλεμοι -
Ιστορία παραγωγής
Σχεδιαστής -
Χρονολογία σχεδίασης 1939
Κατασκευαστής ΕΠΚ
Χρονολογία παραγωγής -
Ποσότητα 10-15
Κόστος μονάδας -
Εκδόσεις -
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Διαμέτρημα 7,92 mm
Βάρος 4,15 kg
Μήκος 900 mm
Μήκος κάνης 400 mm
Χαρακτηριστικά λειτουργίας
Λειτουργία Αυτόματη, επιστροφής αερίων
Φυσίγγια ΕΠΚ 7,92mm x 36mm
Ταχυβολία 720 βολές/λεπτό
Ταχύτητα εξόδου βλήματος -
Βεληνεκές 750(;) m
Μέγιστο βεληνεκές -
Αναχορηγία -
Κλισιοσκόπιο -










Πίνακας περιεχομένων


Ιστορικό Πλαίσιο

Από τα μέσα του 19ου αιώνα και την τυποποίηση των μέτρων και σταθμών μέσα στα πλαίσια της βιομηχανικής επανάστασης, έγινε σαφές πως ο πόλεμος θα άλλαζε ριζικά την παραδοσιακή μορφή του. Αμήχανοι οι στρατιωτικοί πειραματίστηκαν με τις ζωές των υφισταμένων τους προκειμένου να βρουν τον καλύτερο τρόπο για να αξιοποιούν τις νέες τεχνολογικές καινοτομίες που τους προσέφεραν οι βιομηχανίες. Μα οι εφευρέτες βρίσκονταν πάντα ένα βήμα πιο μπροστά και τα συντηρητικά μυαλά ποτέ δεν κατάφερναν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, κάτι που μοιάζει να συμβαίνει και σήμερα.

Το πρώτο αυτόματο πολυβόλο εμφανίστηκε ήδη στα 1885 και η δημιουργία ενός ανάλογου φορητού όπλου ήταν καθαρά θέμα χρόνου. Τα αρχικά σχέδια απέτυχαν κυρίως λόγω πρακτικών προβλημάτων, αλλά ήδη μέχρι τις αρχές του νέου αιώνα κάποια πρώτα αυτόματα τυφέκια (Madsen, Cei-Rigotti)είχαν εμφανιστεί αν και δεν μπήκαν σε υπηρεσία και πολύ δικαιολογημένα. Η τεχνολογία και η στρατιωτική φιλοσοφία της εποχής οδήγησε κατ’ αρχάς στη δημιουργία του οπλοπολυβόλου, ενώ στη Ρωσία το πρώτο αυτόματο τουφέκι (Fedorov Avtomat) μπήκε κιόλας σε υπηρεσία στα 1915.

Η εμπειρία του πολέμου είχε αποδείξει αβάσιμη την πεποίθηση γύρω από την οποία είχαν αναπτυχθεί όλα τα όπλα της εποχής, που χρησιμοποιούσαν άκαπνη πυρίτιδα σαν προωθητική γόμωση των φυσιγγίων τους και είχαν μέγιστο βεληνεκές άνω των δύο χιλιομέτρων. Τα μακρύκαννα τυφέκια με το βάρβαρο κλώτσημα διέθεταν περιττή ισχύ που πήγαινε χαμένη σε βολές που σπάνια στόχευαν μακρύτερα των 200 μέτρων. Ακόμα και τα πολυβόλα που σύμφωνα με τα νέα δόγματα έπρεπε να παρέχουν πυρά κάλυψης στο πεζικό και για λόγους ομοιογένειας και επιμελητείας ήταν φρόνιμο να χρησιμοποιούν κοινά πυρομαχικά με τα τυφέκια, δε χρειάζονταν βεληνεκές άνω των 800 μέτρων.

Η χρήση φυσιγγίων πιστολιού σε ελαφρά αυτόματα όπλα, δημιούργησε το υποπολυβόλο, που χρησιμοποιείται ευρύτατα μέχρι και σήμερα, άλλα το υπερβολικά μικρό βεληνεκές του και η έλλειψη διατρητικής ισχύος το κατέστησαν απογοητευτικό για στρατιωτική χρήση. Μια χρυσή τομή απαιτούνταν και στη δεκαετία του ’30, φυσίγγια μέσου βεληνεκούς αναζητήθηκαν σε πολλές χώρες και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία, αν και παραδόξως κανένα δεν έφτασε σε επίπεδο παραγωγής.

Η ιστορία έχει καταγράψει τους Γερμανούς ως το πρώτο έθνος που, αφομοιώνοντας τις εμπειρίες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δημιούργησε στα μέσα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το πρώτο επιτυχημένο ατομικό οπλοπολυβόλο (StG 44), που ένας ενθουσιασμένος Χίτλερ βάφτισε Sturmgewehr-τουφέκι εφόδου, όρος που παραμένει ακόμα σε πολλές χώρες. Τέλος ακολούθησε το θρυλικό ρωσικό οπλοπολυβόλο Καλάσνικοφ (ΑΚ-47) και σήμερα πλέον τα όπλα αυτού του είδους αποτελούν θεσμό σε κάθε στρατό του κόσμου.

Ανάπτυξη

Το 1937, η ΕΕΠΚ πρότεινε στην Ελληνική κυβέρνηση να επεκτείνει τις δραστηριότητες της και στον τομέα της παραγωγής όπλων. Τα ανθηρά οικονομικά της εταιρίας και η επίκαιρη τότε προσπάθεια της Ελλάδας να επανεξοπλιστεί, καθιστούσαν τη στιγμή ιδανική. Αμέσως ξεκίνησε η ανάπτυξη ενός σύγχρονου όπλου Ελληνικής σχεδίασης, που θα ακολουθούσε το πνεύμα της εποχής. Ένας μικρός αριθμός πρωτοτύπων κατασκευάστηκε στα [1939]] και παραδόξως μαρτυρούν ένα Ελληνικό τουφέκι εφόδου, τρία χρόνια πριν από το πρώτο αντίστοιχο Γερμανικό σχέδιο.

Κατά πάσα πιθανότητα, τα πυρομαχικά που θα χρησιμοποιούσε το όπλο, αποτελούσαν απλή τροποποίηση του κάλυκα Μάνλιχερ (6,5mm x 54mm) μειωμένου σε μήκος στα 36 mm και προσαρμοσμένου να δέχεται βολίδες Γερμανικού τύπου, των 7,92 mm, διαμέτρημα προς το οποίο ήδη στρεφόταν την εποχή εκείνη ο Ελληνικός Στρατός. Δημιουργήθηκε έτσι το φυσίγγιο ΕΕΠΚ 7,92mm x 36mm, το οποίο έμοιαζε πολύ με το Γερμανικό 7.92x33mm Kurz, που αποτέλεσε το αρχέτυπο φυσιγγίου όλων των όπλων αυτής της κατηγορίας. Η ανάπτυξη των δύο φυσιγγίων υπήρξε παράλληλη, αλλά συνεργασία της ΕΠΚ με τη Γερμανική POLKE που δημιούργησε το 7.92x33mm Kurz δεν είναι γνωστό να υπήρξε, αν και ούτε μπορεί να αποκλειστεί. Πάντως η POLKE ξεκίνησε τις εργασίες της πάνω στο πρόγραμμα αυτό στα 1938, με φιλοσοφία ακριβώς ανάλογη της ΕΠΚ: αρχικά μείωσαν το μήκος κάλυκα του βασικού Γερμανικού φυσιγγίου 7,92 x 57mm Mauser στα 35 mm και κατόπιν στα 30 mm για να καταλήξουν στα 33 mm.

Το όλο πρόγραμμα περιελάμβανε την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων και υποδομής για την παραγωγή του όπλου σε μεγάλες ποσότητες, αλλά κατά την είσοδο της Ελλάδας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι εγκαταστάσεις αυτές βρισκόταν ακόμα υπό κατασκευή και το όπλο δεν πρόλαβε να μπει ποτέ σε μαζική παραγωγή. Ο πόλεμος και η Κατοχή εμπόδισαν τα σχέδια της εταιρίας και η καταστροφή των εργοστασίων από τους υποχωρούντες Γερμανούς, μαζί με την οικονομική κατάσταση της μεταπολεμικής Ελλάδας κατέστησε αδύνατη την αξιοποίηση του Ελληνικού πολυβόλου, φαινόμενο συνηθισμένο για όπλα Ελληνικής ανάπτυξης μέχρι και σήμερα.

Η αναχορηγία θα πρέπει να γινόταν με αποσπώμενο γεμιστήρα, οριζοντίως από τα αριστερά, προκειμένου να μην εμποδίζει το χειριστή κατά την εκ του πρηνηδόν βολή. Οι άδειοι κάλυκες εξολκύονταν προς τα δεξιά. Διέθετε συμβατικό κλισιοσκόπιο και ανοικτή σκοπευτική ακίδα. Ο μοχλός κλείστρου βρισκόταν στα δεξιά. Πιστολοειδής λαβή σκανδάλης και δεύτερη λαβή στη θέση του απόντος χειροφυλακτήρα σημαίνουν ότι ο χειριστής θα το κρατούσε όπως τα μεσοπολεμικά υποπολυβόλα Τόμσον. Ο αορτήρας τοποθετούνταν στην κάτω πλευρά του όπλου. Με ιδανικό βάρος και διαστάσεις, εμπεριείχε τις προδιαγραφές της επιτυχίας στο σχέδιό του, αν και δε θα μάθουμε ποτέ κατά πόσο επρόκειτο για μία πραγματικά υγιή και χωρίς σοβαρά λειτουργικά ελαττώματα κατασκευή. Ωστόσο, όλα σχεδόν τα πρωτοποριακά σχέδια όπλων χρειάστηκε να περάσουν κάποιες «παιδικές ασθένειες» και να ενηλικιωθούν, διδασκόμενα από την εμπειρία. Ευκαιρία που έχασε το πολυβόλο της ΕΠΚ.

Στην Κατοχή, η ΕΕΠΚ πέρασε στα χέρια των Γερμανών, μαζί με τις εγκαταστάσεις της άθικτες. Υποχωρώντας στα 1944, οι Γερμανοί κατέστρεψαν ό,τι δεν μπορούσαν να πάρουν μαζί τους. Από τα 10 με 15 πρωτότυπα τεμάχια που κατασκευάστηκαν, κανένα δεν είναι γνωστό να σώζεται σήμερα.


Άλλα Ελληνικά Όπλα

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

Bikypedia Η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
  • Christos Sazanidis, "Ta opla ton Ellinon (Arms of the Greeks)", Maiandros, Thessaloniki (1995)
  • W. Smith - J. Smith, "Small Arms of the World", 10th rev.ed., Stackpole, Harrisburg (1973)

Πώς υποτίθεται ότι θα είναι ο κόσμος μέσα στα επόμενα 100 χρόνια


το άρθρο που ακολουθεί είναι αναδημοσίευση απο το infognomonpolitiks

O συγγραφέας του άρθρου μεταφέρει τα ανόητα κατα την άποψη μου συμπεράσματα γιατί έχουν ενδιαφέρον για τα δεδομένα στα οποία στηρίζονται και για να μην γίνει η φαντασιοπληξία -του συγγραφέα του βιβλίου στο οποίο αναφέρεται-εφιαλτική πραγματικότητα, αυτός είναι και ο λόγος που το προκρίνω σαν ιδιαιτέρως ενδιαφέρον και το αναδημοσιεύω

Πόλεμος ΗΠΑ εναντίον Τουρκίας.Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο βιβλίο, η Τουρκία θα αναδειχθεί κατά τα επόμενα 40 χρόνια ως μια από τις τέσσερις ισχυρότερες περιφερειακές δυνάμεις του κόσμου
To βιβλίο "The Next 100 Years: A Forecast for the 21st Century" που κυκλοφόρησε τον περασμένο Ιανουάριο στις ΗΠΑ, προχωρεί σε μια γεωπολιτική-γεωστρατηγική πρόβλεψη του μέλλοντος, βασιζόμενο σε αναλύσεις και στοιχεία (οικονομία, δημογραφία, περιβάλλον, εξοπλισμοί, τεχνολογία), καθώς και στις τάσεις που διαμορφώνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Συγγραφέας του είναι ο εβραϊκής καταγωγής Αμερικανός George Friedman, ιδρυτής του Stratfor (Strategic Forecasting Inc.), ενός ιδιωτικού ινστιτούτου πληροφοριών που ιδρύθηκε το 1996 στο Τέξας και έχει χαρακτηρισθεί ως "σκιώδης CΙΑ".

O Friedman υποστηρίζει ότι η Τουρκία είναι η νέα ανερχόμενη δύναμη στην περιοχή, η οποία όμως εμποδίζεται να αναπτυχθεί και να αυξήσει την επιρροή της από χώρες, όπως η Ελλάδα, ενώ εμφανίζει χάρτη όπου Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται το 2050 στην τουρκική σφαίρα επιρροής, δίνοντας την εντύπωση ότι η Ελλάδα και η Κύπρος σταδιακά θα δορυφοροποιηθούν και θα απορροφηθούν, αφού προηγουμένως ακολουθήσουν το δρόμο της Φινλανδοποίησης, ανίκανες να αναχαιτίσουν την επεκτατική πολιτική της Άγκυρας.

Η Τουρκία εμφανίζεται να μένει συνειδητά εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και να ακολουθεί το δρόμο τής ανάδειξής της σε περιφερειακή υπερδύναμη, εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική της θέση και οικοδομώντας παράλληλα ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες αναπτύσσουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές και δορυφόρους.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο βιβλίο, η Τουρκία θα αναδειχθεί κατά τα επόμενα 40 χρόνια ως μια από τις τέσσερις ισχυρότερες περιφερειακές δυνάμεις του κόσμου, δημιουργώντας μια εκτενή σφαίρα γεωπολιτικής επιρροής και επεκτείνοντας τα σύνορά της. Σημειώνεται εδώ ότι σήμερα η τουρκική οικονομία κατέχει τη 17η θέση παγκοσμίως και η γειτονική χώρα περιλαμβάνεται στην ομάδα των 20 πιο ισχυρών του πλανήτη (G-20).

Ο Friedman προβλέπει την αλματώδη οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας, η οποία θα καταστεί μια από τις 10 πλουσιότερες χώρες του πλανήτη.

Η Τουρκία του 2050 θα έχει επωφεληθεί από την κατάρρευση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, προσαρτώντας εδάφη στην περιοχή του Καυκάσου, και θα αποτελεί την ηγεμονεύουσα δύναμη στον ισλαμικό κόσμο. Μάλιστα, θα έχει νικήσει στρατιωτικά τη Ρωσία σε πόλεμο το 2020, επεκτείνοντας την επιρροή της μέχρι τις ουκρανικές πεδιάδες και καταλαμβάνοντας περιοχές τις οποίες διατηρούσε τον 17ο αιώνα, επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο συγγραφέας προβλέπει ότι το 2040 η Άγκυρα θα εμπλακεί σε έναν hi-tech πόλεμο, αυτή τη φορά με τις ΗΠΑ και συμμαχώντας με την Ιαπωνία. Οι ΗΠΑ θα έχουν τη βοήθεια της Μεγάλης Πολωνίας και η περιοχή των Βαλκανίων θα καταστεί το κύριο θέατρο επιχειρήσεων. Η Ελλάδα και η Κύπρος - σύμφωνα με την ανάλυση του Friedman - θα αποτελούν στόχο της νεο-οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία θα συναγωνίζεται ευθέως τις ΗΠΑ και τις άλλες δυνάμεις της Ευρώπης. Το δυσοίωνο αυτό σενάριο εκτιμά ότι η ισχυροποίηση της Τουρκίας στο στρατιωτικό και στον οικονομικό τομέα, σε συνδυασμό με τη δημογραφική ανάπτυξη, θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις επανεμφάνισης της οθωμανικής σφαίρας επιρροής, στην οποία σταδιακά θα ενταχθεί το σύνολο σχεδόν των παλαιών εδαφών με επίκεντρο τη Μέση Ανατολή.

Ο Friedman θεωρεί ότι: "Η Τουρκία αποτελεί πλατφόρμα σταθερότητας στο χάος της Μέσης Ανατολής. Τα Βαλκάνια, ο Καύκασος και ο αραβικός κόσμος νότια είναι ασταθή. Όσο αυξάνεται η ισχύς της Τουρκίας - της οποίας η οικονομία και ο στρατός είναι ήδη τα πιο ισχυρά στην περιοχή - θα ενισχύεται και η επιρροή της". Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η δημοσιοποίηση ενός χάρτη, στην ιστοσελίδα του Stratfor, στον οποίο φαίνεται ότι από όλες τις βαλκανικές χώρες, μόνον η Ελλάδα (με την Κύπρο) αποτελεί μέρος του νέου τουρκικού κόσμου, ενώ η Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο, τα Σκόπια, και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη ανήκουν στην "4η Ευρώπη"!

Κατά τον Friedman, το 2040 η Γερμανία θα έχει παρακμάσει, ενώ η Πολωνία θα έχει ενισχυθεί στρατηγικά από τις ΗΠΑ. Το βιβλίο προκαλεί με τον τρόπο ερμηνείας του μέλλοντος και εκτός των όποιων αναλύσεων χρησιμοποιείται για τη δημιουργία κλίματος, λειτουργώντας πραγματικά ως μοχλός της CΙΑ. Το Stratfor έχει κατορθώσει να δημιουργήσει ζήτημα μέσα σε ελάχιστο χρόνο από την έκδοση του έργου, που μεταξύ άλλων αναφέρει ότι η Ιαπωνία, το Μεξικό και η Πολωνία θα αναδειχθούν ομοίως ως παγκόσμιες περιφερειακές δυνάμεις. Η Πολωνία θα αναδειχθεί επικεφαλής ενός συνασπισμού χωρών οι οποίες θα αντιμετωπίσουν στρατιωτικά την Τουρκία το 2050. Αξίζει να τονισθεί ότι το Ισραήλ θα αποτελέσει ένα κράτος-όμηρο, πιεζόμενο ασφυκτικά από την τουρκική σφαίρα επιρροής, η οποία θα εκτείνεται από τη Λιβύη μέχρι τον Περσικό Κόλπο, τα Βαλκάνια, τη νότια Ρωσία και την κεντρική Ασία.

Αντίπαλος της Τουρκίας σε αυτόν τον εφιαλτικό μελλοντικό κόσμο θα είναι οι ΗΠΑ, τα συμφέροντα των οποίων -σύμφωνα με τον συγγραφέα- θα αντιμετωπίσουν μια μείζονα απειλή από την τουρκική επέκταση, μετά τη ρωσική κατάρρευση.

ΟΙ ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ 2009-2023

ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ